Η υπέρταση της νεαρής ηλικίας
Η υπέρταση, δηλαδή η αυξημένη αρτηριακή πίεση, είναι η κατεξοχήν πάθηση της μέσης ηλικίας. Συνήθως πρωτοεμφανίζεται σε ηλικίες άνω των 35 ετών, όμως σήμερα φαίνεται ότι τα δεδομένα αλλάζουν. Υπάρχει και η υπέρταση που εμφανίζεται σε ηλικίες κάτω των 35 ετών.
Γνωρίζουμε ότι η υπέρταση στο 95% των περιπτώσεων είναι δευτεροπαθής (δηλαδή δε βρίσκουμε αίτιο για την εμφάνισή της) και αντιμετωπίζεται φαρμακευτικά. Μόνο στο 5% των περιπτώσεων βρίσκεται η συγκεκριμένη αιτία που προκαλεί την υπέρταση και συνήθως είναι πιο σοβαρή κατάσταση. Αν όμως αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά, απαλλάσσει τον άρρωστο από αυξημένη αρτηριακή πίεση και φυσικά από τα φάρμακα.
Γνωρίζουμε λοιπόν ότι η αυξημένη αρτηριακή πίεση σε ηλικίες κάτω των 35 ετών προκαλεί σοβαρή πάθηση των αγγείων με σκλήρυνση και αθηρωμάτωση των τοιχωμάτων των αρτηριών. Οι κυριότερες αιτίες που προκαλούν την υπέρταση των νέων είναι πρωτοπαθής, δηλαδή όπως είπαμε παραπάνω, υπάρχει αίτιο και μπορεί να αντιμετωπιστεί.
Τα σημαντικότερα λοιπόν αίτια είναι η στένωση του ισθμού της αορτής, που αντιμετωπίζεται χειρουργικά και οι ορμονικές διαταραχές μεταξύ των οποίων πρωτεύουσα θέση κατέχει ο υπεραλδοστερινισμός, που αντιμετωπίζεται χειρουργικά ή με φάρμακα. Μία στις πέντε αρρύθμιστες περιπτώσεις υπέρτασης οφείλεται σε ενεργό ή λανθάνοντα υπεραλδοστερινισμό. Στις περιπτώσεις αυτές, η υπέρταση δεν ομαλοποιείται, παρά την ενδεδειγμένη, κλασική θεραπεία.
Ο υπεραλδοστερινισμός είναι αποτέλεσμα αυξημένης ποσότητας αλδοστερόνης που παράγεται από τα επινεφρίδια. Τα επινεφρίδια βρίσκονται πάνω στον άνω πόλο κάθε νεφρού που υπερεκκρίνει (βγάζει) την αλδοστερόνη σε υπερβολική ή οριακά φυσιολογική ποσότητα, δηλαδή στα ανώτερα όρια του φυσιολογικού, με αποτέλεσμα την αύξηση της αρτηριακής πίεσης, αφού ως γνωστόν η αλδοστερόνη προκαλεί κατακράτηση νατρίου από τους νεφρούς, που οδηγεί στην εκδήλωση υπέρτασης. Έτσι, διατηρείται υψηλή αρτηριακή πίεση χωρίς να ανευρίσκεται εύκολα η αιτία της.
Η παραγωγή αυξημένης ποσότητας αλδοστερόνης, ο λεγόμενος υπεραλδοστερινισμός, οφείλεται συνήθως σε καλοήθη όγκο των επινεφριδίων, η διάγνωση του οποίου γίνεται εύκολα με την αξονική τομογραφία. Όταν όμως η υπερπλασία των επινεφριδιακών κυττάρων δεν δημιουργεί ευμεγέθη όγκο, η διάγνωση δεν είναι εύκολη. Η εξέταση εκλογής είναι μάλλον μία νέα μέθοδος συνδυασμού αξονικής τομογραφίας και τομογραφίας ποζιτρονίων, με χορήγηση μιας ραδιενεργής ουσίας που λέγεται ετομιδάτη μπορεί να τεκμηριώσει τη διάγνωση. Η ουσία αυτή προσλαμβάνεται από τα υπερπλαστικά κύτταρα των επινεφριδίων, που θεωρούνται υπεύθυνα για την υπερπαραγωγή της αλδοστερόνης. Έτσι, με αυτή την ειδική εξέταση είναι αδύνατον να διαφύγει η διάγνωση του λανθάνοντος υπερλδοστερονισμού, που προκαλείται από αδένωμα ή υπερπλασία, δηλαδή από καλοήθη όγκο, των επινεφριδίων.
Στην Ελλάδα πρέπει να υπάρχουν 200.000 υπερτασικοί που μπορούν με χειρουργική αφαίρεση των μικρών αυτών όγκων να απαλλαγούν από την υπέρταση, προτού προκαλέσει μόνιμες βλάβες στις αρτηρίες, οπότε ούτε με χειρουργική επέμβαση δεν μπορεί να θεραπευθεί.